Πώς η έκθεση στον ήλιο μπορεί να προκαλέσει καρκίνο του δέρματος

Επιμέλεια κειμένου: Ζωή Απάλλα, Αν. Καθηγήτρια Δερματολογίας Α.Π.Θ

Ο καρκίνος του δέρματος διακρίνεται σε 2 μεγάλες κατηγορίες, το μελάνωμα που προέρχεται από το μελανοκύτταρο και τους κερατινοκυτταρικούς καρκίνους και που προέρχονται από τα κύτταρα της επιδερμίδας μας. Και οι τρεις αυτοί καρκίνοι σχετίζονται αιτιολογικά με την έκθεση στον ήλιο και την υπεριώδη ακτινοβολία, σε άλλοτε άλλο βαθμό.

Το βασικοκυτταρικό καρκίνωμα (ΒΚΚ)

Το βασικοκυτταρικό καρκίνωμα (ΒΚΚ) είναι η συχνότερη μορφή δερματικού καρκίνου και προέρχεται από τη βασική στιβάδα της επιδερμίδας. Αν και έχει μικρή πιθανότητα απομακρυσμένης μετάστασης, διηθεί και καταστρέφει τοπικά το δέρμα και τους περιβάλλοντες ιστούς.

Το ΒΚΚ καρκίνωμα είναι συχνότερο σε άτομα με ανοιχτόχρωμο δέρμα, τα οποία διατρέχουν έναν κίνδυνο 30% να αναπτύξουν ΒΚΚ κατά τη διάρκεια της ζωής τους.

Τόσο περιβαλλοντικοί όσο και γενετικοί παράγοντες συμβάλλουν στην ανάπτυξη του ΒΚΚ. Η έκθεση στην υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία αποτελεί τον σημαντικότερο περιβαλλοντικό παράγοντα, ενώ άλλοι είναι η ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα, η μεγάλη ηλικία, οι εφηλίδες, τυχόν προηγούμενα ηλιακά εγκαύματα, καθώς και η χρήση μεθόδων τεχνητού μαυρίσματος (solarium).

Το 70% των ΒΚΚ εμφανίζονται στο πρόσωπο και η συνηθέστερη κλινική μορφή είναι το οζοελκωτικό που εμφανίζεται ως ρόδινο ή μελαγχρωματικό ογκίδιο που μεγαλώνει και συχνά αιμορραγεί. Η διάγνωση συνήθως τίθεται με βάση την κλινική εικόνα και επιβεβαιώνεται με τη βιοψία της βλάβης, ενώ η θεραπεία εκλογής είναι η χειρουργική αφαίρεση. Η πρόγνωση για τους περισσότερους ασθενείς είναι πολύ καλή, καθώς το ΒΚΚ έχει αργή ανάπτυξη και σχεδόν ποτέ δεν μεθίσταται.

Ως προς την πρωτογενή πρόληψη, η αντηλιακή προστασία με μηχανικά μέσα (καπέλα, γυαλιά ηλίου, ειδικός ρουχισμός) και με σωστή χρήση κατάλληλου αντηλιακού συμβάλει σημαντικά στη μείωση της  συχνότητας εμφάνισης του ΒΚΚ.

Ακανθοκυτταρικό (ή πλακώδες) καρκίνωμα δέρματος

Το ακανθοκυτταρικό (ή πλακώδες) καρκίνωμα είναι ο δεύτερος συχνότερος κακοήθης όγκος στο δέρμα, μετά το ΒΚΚ. Σε αντίθεση με το ΒΚΚ, αναπτύσσεται σε έδαφος πρόδρομων δερματικών αλλοιώσεων από την ηλιακή ακτινοβολία και εμφανίζει μεγαλύτερες πιθανότητες μετάστασης (2-5%), τόσο στους λεμφαδένες όσο και σε άλλα όργανα του σώματος. Οι «προκαρκινικές» αλλοιώσεις που προηγούνται της εμφάνισης του ΑΚΚ στο δέρμα ονομάζονται ακτινικές υπερκερατώσεις.

Το ΑΚΚ συνήθως εμφανίζεται ως ογκίδιο ή ως έλκος που δεν επουλώνεται, συνηθέστερα στα ηλιοεκτεθειμένα μέρη του σώματος, όπως το πρόσωπο, τα άκρα χέρια και το τριχωτό της κεφαλής. Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή του είναι η μακροχρόνια έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία, το ανοιχτόχρωμο δέρμα, η χρήση solarium, η ανοσοκαταστολή κ.α. Η πιθανότητα εμφάνισης ΑΚΚ αυξάνει και με την ηλικία και την αθροιστική ηλιοέκθεση. Θεραπεία εκλογής είναι η χειρουργική αφαίρεση του όγκου σε ασφαλή όρια.

Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση του ΑΚΚ οδηγεί σε ίαση στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων. Η ενημέρωση και επαγρύπνηση του πληθυσμού για τους πιθανούς κινδύνους από την χρόνια έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία και η εκπαίδευση όλων, από την παιδική ακόμα ηλικία, για τη λήψη επαρκών μέτρων ηλιοπροστασίας είναι καθοριστική για τη μείωση του σχετικού κινδύνου εμφάνισης ακανθοκυτταρικού καρκινώματος.

Μελάνωμα

Το μελάνωμα είναι ο τρίτος σε συχνότητα κακοήθης όγκος του δέρματος και προέρχεται από τα μελανοκύτταρα της επιδερμίδας. Παρότι στο παρελθόν θεωρούνταν σπάνιος όγκος, η ετήσια επίπτωσή του έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Συγκριτικά με άλλους κακοήθεις όγκους του δέρματος, το μελάνωμα αποτελεί τον πιο κακοήθη όγκο λόγω της ικανότητάς του να δίνει γρήγορα μεταστάσεις, αν δεν αναγνωριστεί έγκαιρα.

Οι βασικοί παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή του είναι το ανοιχτό χρώμα δέρματος και ματιών, η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία και σε τεχνητές πηγές φωτός (solarium), ο μεγάλος αριθμός κοινών σπίλων (ελιών), το οικογενειακό και ατομικό ιστορικό μελανώματος, το ιστορικό εγκαύματος στην παιδική ηλικία, η παρουσία δυσπλαστικών σπίλων και οι μεγάλοι συγγενείς σπίλοι.

Η έγκαιρη κλινική διάγνωση του μελανώματος αποτελεί μια πρόκληση για τους δερματολόγους , αλλά και για τους ιατρούς όλων των ειδικοτήτων. Μια από τις βασικές λίστες κλινικών χαρακτηριστικών, που έχουν καθιερωθεί για την αναγνώριση ύποπτων για μελάνωμα δερματικών βλαβών και την περαιτέρω διερεύνηση αυτών, είναι ο μνημονικός κανόνας ΑBCDE, που έχει συσταθεί από την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία και από την Αμερικανική Δερματολογική Ακαδημία.

Σύμφωνα με αυτόν τον κανόνα μια προϋπάρχουσα ή νέα βλάβη πρέπει να μας ανησυχεί όταν παρουσιάζει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

Α: Asymmetry (Ασυμμετρία)
Β: Borders Irregular (Aνώμαλα όρια)
C: Colour Variations (Ποικιλοχρωμία)
D: Diameter (Διάμετρος>6mm)
E: Elevated surface (Επηρμένη βλάβη)

Επίσης, ύποπτη θεωρείται μια βλάβη που παρουσιάζει κνησμό, που αιμορραγεί ή που ελκούται.

Υπάρχουν 4 κύριοι τύποι μελανώματος: Α) το επιφανειακώς επεκτεινόμενο μελάνωμα, Β) το οζώδες μελάνωμα, Γ) το μελάνωμα επί κακοήθους φακής και Δ) το μελάνωμα των άκρων.

Τα περισσότερα μελανώματα ξεκινούν ως επιφανειακοί όγκοι, που περιορίζονται στην επιδερμίδα, όπου και παραμένουν για αρκετά χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, γνωστό ως φάση οριζόντιας ανάπτυξης, το μελάνωμα είναι σχεδόν θεραπεύσιμο με ολική χειρουργική αφαίρεση.

Η πρόγνωση των ασθενών με μελάνωμα εξαρτάται από το στάδιο του όγκου και κυμαίνεται από 97% για τους ασθενείς σταδίου 0, έως 10% για τους ασθενείς σταδίου IV.

Τα μέτρα πρόληψης για την αποφυγή ή την έγκαιρη διάγνωση του μελανώματος περιλαμβάνουν

Α) Προστασία από την υπεριώδη ακτινοβολία:
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με:

• Τη χρήση κατάλληλου ρουχισμού και καπέλου
• Την αποφυγή έκθεσης στον ήλιο από τις 10:00-16:00
• Τη σωστή χρήση αντηλιακού προϊόντος

Β) Εξέταση από δερματολόγο: Για την έγκαιρη διάγνωση του μελανώματος είναι απαραίτητος ο έλεγχος όλων των βλαβών του δέρματος. Ο έλεγχος των σπίλων και των μορφωμάτων γίνεται κλινικά από το δερματολόγο, ο οποίος μπορεί να βοηθηθεί από διάφορα μέσα όπως η δερματοσκόπηση και η χαρτογράφηση των σπίλων. Η συχνότητα ελέγχου από δερματολόγο κυμαίνεται από 1 φορά το 6μηνο έως 1 φορά ετησίως. Αναλόγως των ευρημάτων μπορεί να χρειαστεί και συχνότερα. Επίσημη ηλικία έναρξης του δερματολογικού ελέγχου δεν υπάρχει. Εντούτοις άτομα με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα οφείλουν να ελέγχονται συχνότερα.

Γ) Αυτοεξέταση: Η τυπική αυτοεξέταση για έγκαιρη ανίχνευση ύποπτων βλαβών του δέρματος περιλαμβάνει την επισκόπηση της πρόσθιας και οπίσθιας επιφάνειας του κορμού και έπειτα της πλάγιας επιφάνειας αυτού. Οι ασθενείς θα πρέπει έπειτα να συνεχίζουν με την επισκόπηση των παλαμών, των αντιβραχίων, των βραχιόνων και των μασχαλών, των κάτω άκρων, των μεσοδακτύλιων διαστημάτων και των πελμάτων. Τέλος εξετάζεται ο τράχηλος, το τριχωτό της κεφαλής καθώς και οι γλουτοί. Περίπου το 50% των μελανωμάτων στους άντρες εντοπίζονται στον κορμό και το 1/3 αυτών στη ράχη. Αυτό καταδεικνύει τη μέγιστη σημασία αυτοεξέτασης και των οπίσθιων επιφανειών η δυσκολία της οποίας μπορεί να ξεπεραστεί με τη βοήθεια καθρέφτη ή κάποιου συγγενικού προσώπου.

Η θεραπεία του μελανώματος καθορίζεται από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται κατά τη διάγνωση και ξεκινά με την τοπική χειρουργική εκτομή του.