Αντηλιακή προστασία κατά τη χημειοθεραπεία

Συγγραφέας: 
Ζωή Απάλλα, PhD
Αν. Καθηγήτρια Δερματολογίας Α.Π.Θ, Β’ Δερματολογική Κλινική 
DERMOMEDICA, Λεωφόρος Κ. Καραμανλή 60, Θεσσαλονίκη

Είναι σε όλους γνωστό, ότι η μακροχρόνια έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να εγκυμονεί κινδύνους για το δέρμα και την υγεία. Ωστόσο, αυτό που δεν γνωρίζουνε πολλοί, είναι ότι ορισμένα χημειοθεραπευτικά φάρμακα, αλλά και κάποιες νεότερες ογκολογικές θεραπείες μπορεί να καταστήσουν το δέρμα ακόμα πιο ευαίσθητο στη βλαπτική δράση του ήλιου.

Η χημειοθεραπεία και άλλες θεραπείες για τον καρκίνο αυξάνουν την ευαισθησία στην υπεριώδη ακτινοβολία, προκαλώντας μια παρενέργεια που είναι γνωστή ως φωτοευαισθησία από φάρμακα. Οι περισσότεροι ασθενείς που αναπτύσσουν αυτού του τύπου τη φωτοευαισθησία παρουσιάζουν τις λεγόμενες φωτοτοξικές αντιδράσεις. Συγκεκριμένα, σε διάστημα 5-20 ωρών από την έκθεση στον ήλιο, μπορεί να εμφανιστεί εικόνα σοβαρού ηλιακού εγκαύματος με περιοχές έντονης ερυθρότητας, οιδήματος (πρηξίματος), ορόρροιας (εκροή υγρού), φυσαλίδων και στη συνέχεια σταδιακής απολέπισης (ξεφλούδισμα). Λιγότερο συχνή παρενέργεια είναι οι φωτοαλλεργική αντίδραση, όπου τα παραπάνω συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν ή να εξαπλωθούν και στο δέρμα που δεν εκτέθηκε απευθείας στον ήλιο. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, η χημειοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει την επανεμφάνιση ενός ηλιακού εγκαύματος, συχνά με βαρύτερα συμπτώματα, εάν τα φάρμακα χορηγηθούν μία εβδομάδα μετά το αρχικό ηλιακό έγκαυμα. Αυτό το φαινόμενο φωτοευαισθησίας είναι γνωστό και ως αντίδραση ανάκλησης της υπεριώδους ακτινοβολίας (UV recall reaction).Η χημειοθεραπεία και άλλες θεραπείες για τον καρκίνο μπορούν επίσης να κάνουν το δέρμα πιο ευαίσθητο σε λοσιόν και κρέμες, περιλαμβανομένων και των αντηλιακών σκευασμάτων.

Η αντηλιακή προστασία του ευαίσθητου αυτού πληθυσμού είναι αναπόσπαστο κομμάτι της κυρίως θεραπείας τους.  Ο ογκολογικός ασθενής πρέπει να χρησιμοποιεί καθημερινά αντηλιακό σε όλο το ηλιοεκτεθειμένο δέρμα, ανεξαρτήτως καιρού και εποχής. Εάν ο ασθενής δεν έχει μαλλιά, ή έχει προκληθεί απώλεια μαλλιών λόγω χημειοθεραπείας, θα πρέπει να εφαρμόζει αντηλιακό και στο τριχωτό της κεφαλής, ενώ δεν θα πρέπει να παραλείπει τα χείλη και τα αυτιά. Η Αμερικανική Ακαδημία Δερματολογίας συστήνει τη χρήση αντηλιακών σκευασμάτων ευρέος φάσματος με δείκτη SPF 30 ή μεγαλύτερο, καθώς και την αποφυγή ή τον περιορισμό των υπαίθριων δραστηριοτήτων τις ώρες αιχμής (10 π.μ.-4 μ.μ). Ορισμένα αντηλιακά σκευάσματα λειτουργούν καλύτερα από άλλα, ενώ αντίθετα, κάποια εξ αυτών περιέχουν χημικές ουσίες που μπορεί να είναι ερεθιστικές για το ήδη ευαίσθητο δέρμα των ογκολογικών ασθενών. Το ιδανικό αντηλιακό θα πρέπει να είναι "ευρέως φάσματος", δηλαδή να προστατεύει από όλο το φάσμα των επιβλαβών ακτίνων UVA/UVB. Τα αντηλιακά που κυκλοφορούν στην αγορά ποικίλλουν σημαντικά ως προς τις ιδιότητές τους και το επίπεδο αντηλιακής προστασίας που παρέχουν, ακόμη και για άτομα που δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο λόγω της χημειοθεραπείας. Σημαντικό επίσης είναι το αντηλιακό να μην είναι της περασμένης σεζόν, καθώς το περιεχόμενο μιας συσκευασίας του περασμένου έτους μπορεί να μην είναι πλέον αποτελεσματικό.

Πέρα από το αντηλιακό, η μηχανική προστασία με ομπρέλες, ειδικό ρουχισμό, καπέλο με φαρδύ γείσο, γυαλιά ηλίου και τεχνητές σκιές είναι απαραίτητη. Καθώς η χημειοθεραπεία μπορεί να κάνει τα μάτια πιο ευαίσθητα στο φως και να προκαλέσει άλλες αλλαγές στην όραση, η χρήση γυαλιών ηλίου θα βοηθήσει στην αποφυγή αυτών των παρενεργειών από τους οφθαλμούς. 
Εάν, παρά τα μέτρα ηλιοπροστασίας, ένας ογκολογικός ασθενής πάθει ηλιακό έγκαυμα, θα πρέπει άμεσα να χρησιμοποιήσει μια δροσερή, υγρή κομπρέσα για να μειώσει τη φλεγμονή και να επισκεφθεί το δερματολόγο. Ο δερματολόγος, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να συνταγογραφήσει τοπικές αλοιφές για να ελέγξει τη φλεγμονή και τον κνησμό, να μειώσει τον κίνδυνο επιμόλυνσης και να βοηθήσει την επούλωση. Μόνο σε σοβαρές αντιδράσεις, μπορεί να απαιτηθεί συστηματική λήψη κορτικοστεροειδών ή/και άλλων φαρμάκων όπως αντιβιοτικά.

Η ευαισθησία στον ήλιο από τη χημειοθεραπεία και τις άλλες ογκολογικές θεραπείες είναι συνήθως προσωρινή. Μετά το πέρας των θεραπειών και την απομάκρυνση από την περίοδο λήψης των υπεύθυνων φαρμάκων, η φωτοευαισθησία υποχωρεί. Σε σπάνιες μόνο περιπτώσεις αναφέρεται επιμονή των συμπτωμάτων που μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες.